×

Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι αγορών σας.

{{item.custom_attributes.author}}
Ποσότητα: {{item.quantity}}
{{item.total_price}} {{item.total_discounted_price}}
×
Υποσύνολο:
{{order.discounted_cost}}
Έκπτωση Προσφοράς:
{{order.promo_discount}}
Έκπτωση Κουπονιού:
{{order.extra_discount}}
Κόστος Αποστολής:
{{order.shipping_cost}}
Επιβάρυνση Πληρωμής:
{{order.payment_cost}}
ΣΥΝΟΛΟ:
{{order.final_cost}}
{{ product.title }}
{{ product.custom_attributes.author }}
{{ product.price }} {{ product.discounted_price }}
×
×
ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΟΙ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΜΟΥ ΟΙ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΜΟΥ ΤΑ EBOOKS ΜΟΥ ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΜΟΥ ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ
EBOOK
10%
ΒΙΒΛΙΟ

Το κλαρινέτο

Βασίλης Αλεξάκης
Πεζογραφία
978-618-03-0675-0
464
21/11/2016
Διαθέσιμο
Ο συγγραφέας ταξιδεύει από το Παρίσι –όπου αντιμετωπίζει τη μοιραία ασθένεια του φίλου και εκδότη του– στην Ελλάδα της κρίσης – όπου γνωρίζεται με ανθρώπους τσακισμένους από την οικονομική ανέχεια.

Περιγραφή βιβλίου

Ο συγγραφέας ταξιδεύει από το Παρίσι –όπου αντιμετωπίζει τη μοιραία ασθένεια του φίλου και εκδότη του– στην Ελλάδα της κρίσης – όπου γνωρίζεται με ανθρώπους τσακισμένους από την οικονομική ανέχεια.
Ανάμεσα στη ζεστασιά των ημερών και τη θλίψη της απουσίας ανάμεσα· στο Παρίσι και την Αθήνα· ανάμεσα στη μητρική γλώσσα και τη γραφή ξεφυτρώνει αναπάντεχα το ερώτημα: Γιατί ξεχνάμε;

- Υπάρχει άραγε κάτι που δεν διαγράφεται ποτέ από τη μνήμη μας; σε ρώτησα.
Δεν χρειάστηκε να σκεφτείς πολύ.
 - Η θάλασσα, είπες. Μπορεί κανείς να ξεχάσει τα βουνά, τις κοιλάδες, τα δάση, τα ποτάμια, ακόμη και τους καταρράκτες παρά τον θόρυβο που κάνουν, όχι όμως τη θάλασσα. Περικλείει όλα τα μυστήρια και ξέρει όλα τα παιχνίδια, είναι παμπάλαιη κι απίστευτα νέα. Κανένα άλλο τοπίο δεν μοιάζει τόσο με τη ζωή, να γιατί δεν μπορούμε να την ξεχάσουμε, επειδή θυμάται την παιδική ηλικία του κόσμου. Πρέπει να τη σεβόμαστε όσο και τη ζωή, και να την ατενίζουμε όρθιοι. Με κάνουν έξαλλο οι παραθεριστές που ξαπλώνουν στην άμμο, θέλω να τους πλακώσω στις κλοτσιές για να τους αναγκάσω να σηκωθούν, οφείλουμε όλοι να στεκόμαστε όρθιοι στις ακρογιαλιές.

Πληροφορίες

  • Βασίλης Αλεξάκης
  • 978-618-03-0675-0
  • 464
  • 21/11/2016
  • 14 x 20,5
  • Μαλακό

Σχόλια

Κριτικές...

Συνέντευξη στον Μανώλη Πιμπλή,  ΤΑ ΝΕΑ (Βιβλιοδρόμιο), 2/7/2016 
Ο Βασίλης Αλεξάκης μιλά για το «Κλαρινέτο» στο culturenow.gr, 23/11/2016 
Συνέντευξη στον Βαγγέλη Χατζηβασιλείου,  Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, 9/12/2016 
ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ: ΑΠΟ ΤΗ ΓΑΛΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Συγγραφέας που ζει επί πολλά χρόνια ανάμεσα σε δύο χώρες και σε δύο γλώσσες, ο Βασίλης Αλεξάκης γράφει στο καινούργιο βιβλίο του, που μόλις κυκλοφόρησε με τίτλο «Το κλαρινέτο» (εκδόσεις Μεταίχμιο), για έναν φίλο που πεθαίνει στη Γαλλία και για τον ίδιο που επιστρέφει στην Ελλάδα για να βρεθεί ενώπιος ενωπίω με την κρίση. Παραχωρώντας συνέντευξη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Β. Αλεξακης για το «Κλαρινέτο», μιλάει όχι μόνο για την κρίση, αλλά και για τον φόβο απώλειας της μνήμης ή για την επινοητική δύναμη της λογοτεχνικής φαντασίας.  

ΕΡ: Έχετε δηλώσει σε ανύποπτο χρόνο, όταν δεν είχε ακόμη κυκλοφορήσει το «Κλαρινέτο» στα ελληνικά, πως το βασικό του θέμα είναι η μνήμη, μια μνήμη που έχει άλλο βάρος όταν πρόκειται για τη μνήμη του μετανάστη.
ΑΠ: Άργησα να συνειδητοποιήσω το ζήτημα της μνήμης. Ο μετανάστης ζει σε δυο χώρες κι εγώ ζούσα, εκτός από τη Γαλλία, και στην Ελλάδα μέσω της μνήμης μου. Έτσι, τρόμαξα όταν κάποια στιγμή ανακάλυψα στο διαμέρισμά μου στο Παρίσι ότι είχα ξεχάσει τη λέξη «κλαρινέτο». Θυμόμουν μια χώρα, την Ελλάδα, να θυμάται τον εαυτό της και την ιστορία της (και η μνήμη αποτελεί πάντοτε ένα είδος παρηγοριάς και θεραπείας), αλλά τι συμβαίνει όταν καταλαβαίνεις ότι δεν ελέγχεις πλέον τη μνήμη σου, ότι μαζί με τους ανθρώπους που έχεις χάσει μπορεί να χάνεις και τη χώρα στην οποία έχεις γεννηθεί; Τότε έρχεται ο φόβος της απώλειας. Είναι ένας φόβος που διατρέχει όλο το βιβλίο μου, γιατί, βέβαια, χάνοντας κανείς τη μνήμη του, χάνει όχι μόνο τη χώρα του, αλλά και τον εαυτό του. Στο μεταξύ, η ελληνική κρίση είναι επίσης μια δοκιμασία για τη μνήμη. Ένας άλλος φόβος απώλειας. Γιατί μέχρι πού ακριβώς θα χάσουμε τα πράγματα στην Ελλάδα της κρίσης;

ΕΡ: Όλα τα βιβλία σας, όχι μόνο το «Κλαρινέτο», διαθέτουν ένα σε μεγαλύτερο ή σε μικρότερο βαθμό αυτοβιογραφικό στοιχείο. Πόσο αυτοβιογραφικός είστε στο «Κλαρινέτο»;
ΑΠ: Η δουλειά μου είναι στην ουσία προϊόν φαντασίας. Ήδη το γεγονός ότι ο συγγραφέας δεν έχει να κάνει ακριβώς με μια πραγματικότητα, αλλά με έναν κόσμο λέξεων, μας βάζει σε μια διαφορετική προοπτική. Η λογοτεχνία είναι ένα παμφάγο τέρας: χρειάζεται και απαιτεί τα πάντα. Άρα και η ζωή μου, ο βίος μου, είναι διαθέσιμη στη λογοτεχνία, όπως είναι διαθέσιμη και η ζωή των φίλων μου ή των ανθρώπων που παρατηρώ τριγύρω μου. Αν, όμως, εγώ γράφω για ένα τραπέζι του πινγκ πονγκ, δουλειά του κριτικού που θα κρίνει το βιβλίο μου είναι να έρθει στο σπίτι μου να δει το τραπέζι; Μάλλον όχι. Στη λογοτεχνία δεν είμαστε δούλοι της πραγματικότητας - και η ίδια είναι ταυτισμένη με την απέραντη ελευθερία μπροστά στο λευκό χαρτί. Βεβαίως, αναφέρομαι σε πραγματικά γεγονότα και πρόσωπα, αλλά δεν υπάρχουν όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα, τη μυθοπλασία και τη φαντασία. Η λογοτεχνία είναι, πριν και πάνω απ’ όλα, κατασκευή. Για την κατασκευή του κρίνεται ο συγγραφέας, το αποτέλεσμα της κατασκευής περιμένει από τον ίδιο και ο αναγνώστης. Αλλά αυτό είναι μια πολύ σκληρή δουλειά. Όπως η δουλειά του οικοδόμου που πρέπει να χτίσει όχι μόνο μια μονοκατοικία αλλά και μιαν ολόκληρη πολυκατοικία.

ΕΡ: Στο βιβλίο η φθορά της αρρώστιας του φίλου στη Γαλλία έρχεται να συναντήσει τη φθορά που έχει υποστεί η ελληνική κοινωνία από την κρίση.
ΑΠ: Ξέρετε, η μνήμη που έχει ο μετανάστης για τη χώρα του συχνά τον εξαπατά. Η μνήμη δεν ακολουθεί την επικαιρότητα, πιάνεται από στερεότυπα ή επαναφέρει ένα παρελθόν που δεν υπάρχει πια, που είναι εξιδανικευμένο, όπως είναι πάντα οι χώρες των παιδικών και των νεανικών μας χρόνων. Παρατηρώντας τη σημερινή Ελλάδα, στην οποία τα τελευταία χρόνια έρχομαι όλο και πιο συχνά, βλέπω μια χώρα που δεν έχει καμία σχέση με το παρελθόν. Γυρίζοντας στην Ελλάδα για να ξεχάσω τη αρρώστια του φίλου μου, βρίσκω μιαν Ελλάδα επίσης άρρωστη και αδύναμη, μιαν Ελλάδα την οποία δεν μπορώ να ονειρευτώ πια. Και επικαλούμαι εδώ μια σκηνή από το βιβλίο μου. Κάποιος βγάζει το φρένο από έναν κάδο και ο κάδος κατρακυλά από το Κολωνάκι μέχρι το άγαλμα του Κολοκοτρώνη, όπου και αναποδογυρίζει, αδειάζοντας όλα του τα σκουπίδια. Και βρίσκονται στο άγαλμα του Κολοκοτρώνη την ώρα εκείνη διάφοροι τουρίστες και παρατηρούν την Ελλάδα του σκουπιδοτενεκέ.

ΕΡ: Ταξίδι από τη Γαλλία στην Ελλάδα της κρίσης, αλλά στο προηγούμενο βιβλίο σας, τον «Μικρό Έλληνα», γράφετε και για την κρίση στη Γαλλία.
ΑΠ: Από μια άποψη, η Γαλλία στην κρίση είναι πιο ορατή. Βλέπεις, επί παραδείγματι, πολλούς αστέγους στους δρόμους. Η μεγάλη διαφορά είναι πως εκεί εξακολουθεί να υπάρχει ένα κράτος που μπορεί να λειτουργεί, ενώ η Ελλάδα είναι μια Γαλλία χωρίς Αναγέννηση, χωρίς Διαφωτισμό και χωρίς φουαγκρά. Η Ελλάδα είναι μια χώρα στραμμένη στις παραδόσεις. Και μέσα σε αυτές τις παραδόσεις θα συναντήσουμε άπειρες ανοησίες και αντιφάσεις. Θα πρέπει, όμως, επιτέλους κάποτε να αποφασίσουμε αν είμαστε κληρονόμοι των προσωκρατικών ή των βυζαντινών. Το παρελθόν δεν μπορεί να παράγει συνεχώς επικαιρότητα.       

Β. Χατζηβασιλείου
 
Λεμονιά Βασβάνη,  ΤΥΠΟΣ Θεσσαλονίκης, 18/12/2016 
«Το κλαρινέτο της μνήμης»,  ΤΟ ΒΗΜΑ της Κυριακής, 18/12/2016 
Συνέντευξη στους Αλέξανδρο Στεργιόπουλο και Αντώνη Φράγκο,  Το Περιοδικό, 27/12/2016 
Συνέντευξη στον Γιάννη Μπασκόζο,  ΕΠΕΝΔΥΣΗ, 30/12/2016 
Συνέντευξη στη Σοφία Ξυγκάκη,  Η ΕΠΟΧΗ, 5/2/2017 
Πέρσα Κουμούτση,  Fractal, 8/2/2017 
Συνέντευξη στον Χρήστο Κυθρεώτη,  Ο Αναγνώστης, Δεκέμβριος 2016 
Μανώλης Πιμπλής, ΤΑ ΝΕΑ, 25/11/2016

Όλα τα βιβλία του Βασίλη Αλεξάκη εκπέμπουν την ευαισθησία του, το «Κλαρινέτο» όμως αποτελεί ένα απόγειο ευαισθησίας και συγκίνησης. Γραμμένο ωστόσο με το γνωστό ύφος του, ενός αποστασιοποιημένου παρατηρητή που κοιτάζει τις περιπέτειες της ζωής άλλοτε θυμόσοφα, άλλοτε υπονομευτικά, πάντα ωστόσο με εκείνη τη λοξά βαθιά ματιά που τον χαρακτηρίζει.
Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.

Συνέντευξη στον Άθω Δημουλά, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 16/1/2017

Το βιβλίο αποτελεί έναν συγκινητικό αποχαιρετισμό στον αδερφικό του φίλο και εκδότη του σε όλη του τη ζωή, τον Ζαν-Μαρκ Ρομπέρτς, ο οποίος έφυγε πρόσφατα από τη ζωή. Αλλά επειδή, όπως λέει ο ίδιος ο Αλεξάκης, ένα μυθιστόρημα χρειάζεται δύο θέματα («όπως το πλέξιμο χρειάζεται δύο βελόνες»), κάνει ένα άλμα από το προσωπικό δράμα στο εθνικό, στην ελληνική κρίση, κυκλοφορώντας και καταγράφοντας την εξαθλίωση της σημερινής κοινωνίας στη χώρα μας. Όλα αυτά συνδέονται με ένα κλαρινέτο. Με τη λέξη κλαρινέτο για την ακρίβεια, την οποία ο συγγραφέας συνειδητοποίησε ξαφνικά ότι την είχε ξεχάσει, ενώ όμως θυμόταν και το σχήμα και τον ήχο του συγκεκριμένου οργάνου. Αυτή η συνθήκη τού έδωσε την ευκαιρία να γράψει για τη μνήμη. Γιατί ξεχνάμε; Τι ξεχνάμε; Πώς ξεχνάμε;
Συνέντευξη

Σωτηρία Γεωργαντή, Literature, 12/3/2017
«Ιθάκες»

Ο πραγματικός πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι η αέναη μετάβαση και επιστροφή ανάμεσα σε δύο χώρες, ανάμεσα σε δύο γλώσσες, ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία. Ο αφηγητής βρίσκεται ανάμεσα στη Γαλλία και στην Ελλάδα, γράφει στα ελληνικά, στα γαλλικά, και πάλι πίσω, και έχει απόλυτη επίγνωση ότι… είναι ο ήρωας ενός έργου μυθοπλασίας, αφού κάνει σχόλια που κλείνουν το μάτι στον αναγνώστη και καθιστούν το Κλαρινέτο «ένα μυθιστόρημα μέσα στο οποίο γράφεται ένα μυθιστόρημα», όπως αναφέρει με άλλη αφορμή ο ίδιος.
Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.

Κατερίνα Μαλακατέ, Διαβάζοντας, 5/5/2017

Όταν έφτασε στα χέρια μου το «Κλαρινέτο» ήξερα τι θα αντιμετωπίσω, ο Αλεξάκης επιλέγει συνήθως την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, σε κάνει να πιστεύεις πως γράφει αμιγώς αυτοβιογραφικά, πως αφηγητής είναι ο ίδιος. Του αρέσουν τα στιγμιότυπα κι όχι οι σφιχτοδεμένες πλοκές, αφήνει την αφήγηση να τον παρασύρει. Την αγαπώ τη γραφή του, καταφέρνει με ελαφρότητα να πει τα πιο σπουδαία πράγματα. Έτσι και στο «Κλαρινέτο», ενώ βασικό θέμα είναι η μνήμη, η απώλεια και ο θάνατος, το βιβλίο δεν βαραίνει.
Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.

Διώνη Δημητριάδου, BOOK PRESS, 7/6/2017
«Μια διαταραχή της μνήμης στο Παρίσι»

Η λέξη μυθιστόρημα, που ως επιλογή χαρακτηρίζει και κατηγοριοποιεί το τελευταίο βιβλίο του Βασίλη Αλεξάκη, αποκαλύπτει τα δύο –άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους– στοιχεία που της προσδίδουν το περιεχόμενό της: μύθος και ιστορία. Η μυθοπλασία, παντοδύναμη, με την πλοκή στη φαντασία του συγγραφέα να δημιουργεί έναν κόσμο εκεί όπου τίποτα δεν υπήρχε πριν. Αλλά και η μνήμη να ανακαλεί αληθινά κομμάτια προσωπικής ιστορίας για να εμπλακούν στις επινοημένες εξελίξεις αυτής της πλοκής. Αυτή η σύζευξη των δύο αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της γραφής του Αλεξάκη, ενδεχομένως να είναι και αυτό που σου προσδίδει την ξεχωριστή αίσθηση ότι διαβάζεις κάτι που όσο είναι μυθοπλασία, άλλο τόσο δεν είναι.
Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.

Πατριάρχης Φώτιος, Βιβλιοκαφέ, 16/6/2017
Παύλος Μεθενίτης, DIASTIXO, 29/9/2017

Ένα βιβλίο για ένα άλλο βιβλίο, ένα βιβλίο για τον θνήσκοντα φίλο του και την ελληνική κρίση, ένα βιβλίο για τη μνήμη και τον ίδιο τον συγγραφέα. Ένα βιβλίο για τις λέξεις, τις πόλεις, τις γυναίκες, τη φιλία, τον μηχανισμό της μνήμης, τα κρυφά παρισινά στενάκια, την πένθιμη μουσική του κλαρινέτου. Ένα βιβλίο για την ωριμότητα, την αρρώστια και το γήρας, ένα βιβλίο για τη γραφή, ένα βιβλίο για τον περίφημο Φίλο του Μπάνιου, όπου, στον καθρέφτη πάνω από τον νιπτήρα, βλέπεις, όταν είσαι φευγάτος, αμνήμων ή πάσχων από Αλτσχάιμερ, τον άγνωστο εαυτό σου. 
Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.

Παναγιώτης Δ., Artcore, 19/7/2023

Ένας άνδρας πληροφορείται ότι ο καρδιακός του φίλος πάσχει από καρκίνο. Το ψυχικό σοκ που βιώνει οδηγεί σε μια εσωτερική αναζήτηση, με λογοτεχνικές θεματικές τη μνήμη, τη γλώσσα και τη σχέση μας με το τέλος της ζωής. Ο Βασίλης Αλεξάκης στο τελευταίο δημοσιευθέν έργο του καταθέτει εαυτόν και αποδεικνύει γιατί είναι ένας μεγάλος συγγραφέας.
Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.

Γιώργος Ν. Περαντωνάκης, BOOK PRESS, 11/4/2017
«40 χρόνια ελληνογαλλικής… ισορροπίας»

Η γραφή του λογοτέχνη αρδεύεται από τη μνήμη, καλλιεργείται από τις διαπροσωπικές του σχέσεις αλλά εν τέλει φυτρώνει στον φιλοσοφικό και πολιτικό του λόγο, στις αναζητήσεις του και στις περιπέτειες των δύο γλωσσών που τον γαλούχησαν. Η γραφή του παίζει πινγκ πονγκ ανάμεσα σ’ αυτά που έζησε και σ’ αυτά που κατέθεσε στο χαρτί.
Διαβάστε ΕΔΩ όλο το κείμενο.