×

Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι αγορών σας.

{{item.custom_attributes.author}}
Ποσότητα: {{item.quantity}}
{{item.total_price}} {{item.total_discounted_price}}
×
Υποσύνολο:
{{order.discounted_cost}}
Έκπτωση Προσφοράς:
{{order.promo_discount}}
Έκπτωση Κουπονιού:
{{order.extra_discount}}
Κόστος Αποστολής:
{{order.shipping_cost}}
Επιβάρυνση Πληρωμής:
{{order.payment_cost}}
ΣΥΝΟΛΟ:
{{order.final_cost}}
{{ product.title }}
{{ product.custom_attributes.author }}
{{ product.price }} {{ product.discounted_price }}
×
×
ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΟΙ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΜΟΥ ΟΙ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΜΟΥ ΤΑ EBOOKS ΜΟΥ ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΜΟΥ ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ
10%
ΒΙΒΛΙΟ

Κηδεμόνες

Κατερίνα Βαζαίου
Πεζογραφία
978-960-455-512-3
432
01/12/2008
Εξαντλημένο

Η Άννα μεγαλώνει σε έναν κόσμο πλασμένο από τη φαντασία της μαμάς της. Αργότερα τον κατοικεί και τον διαφεντεύει η ίδια. Η Αναστασία θέλει να ανέβει ψηλά, αλλά όχι με τον συνηθισμένο τρόπο. Ο Νάσος θα απουσιάσει από τη ζωή τους, αλλά θα είναι πάντα παρών. Και όλοι οι υπόλοιποι θα έρχονται και θα φεύγουν, νομίζοντας ότι δεν έχουν να περιμένουν τίποτα.

Περιγραφή βιβλίου

«Πού είναι η μαμά;» Η Σόνια γυρίζει το κεφάλι της και μου χαμογελά σαν να έχει λεμόνι στο στόμα της. «Πόσον καιρό έχω να σε δω. Μεγάλωσες τόσο. Πρέπει να καταλάβεις τώρα αυτά που θα σου πω».

Μεγάλωσες θα πει να είσαι έτοιμη να τρομάξεις. Κι αμέσως θυμάμαι το μυστικό μου, που ήταν ίδιο με το μυστικό της μαμάς, αλλά δεν μπορούσαμε να το μαρτυρήσουμε η μία στην άλλη. Κλείνω τα αυτιά μου γερά να μην ακούσω τι έχει να μου πει η Σόνια.

Η Άννα έχει δύο οικογένειες, πολλές απορίες και μία χελώνα. Όταν τα χάνει όλα, χάνεται και η ίδια σε έναν φανταστικό κόσμο. Όποτε βγαίνει, ζει με διαφορετικό κηδεμόνα. Ώσπου να προσαρμοστεί με τον έναν, έρχεται η ώρα να τον αντικαταστήσει άλλος. Μέχρι να διαπιστώσει ότι μπορεί κι εκείνη να διαλέξει.

Πληροφορίες

  • Κατερίνα Βαζαίου
  • 978-960-455-512-3
  • 432
  • 01/12/2008
  • 13 x 20
  • Μαλακό

Σχόλια

Κριτικές...

Κωνσταντίνος Μπούρας  ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (Βιβλιοθήκη), 30/1/2009 
Με τη γλώσσα ενός κοριτσιού 

Η Κατερίνα Βαζαίου είναι δεξιοτέχνης πεζογράφος. Παίρνει ένα δύστροπο πρωτογενές υλικό και το μεταμορφώνει σε λογοτέχνημα, άξιο να διαβαστεί. Καταφέρνει να μιμηθεί αληθοφανώς τη «γλώσσα» ενός μικρού κοριτσιού και να παρακολουθήσει τη γλωσσική και ψυχοδιανοητική του εξέλιξη, «βλέπει» μέσα από τα μάτια ενός παιδιού που «αποδομεί» διαρκώς τη συμβατική αντίληψη του χώρου και της πραγματικότητας των «μεγάλων», πλάθοντας έτσι σουρεαλιστικές εικόνες υψηλής ποιητικότητας. Καταφέρνει να «σπάσει» την οδυνηρή κατάδυση σε μια ανθρώπινη ψυχή με ένα υποδόριο χιούμορ, δικής της κοπής. […]
Η Κατερίνα Βαζαίου μπήκε δυναμικά στον χώρο της ελληνικής πεζογραφίας. Το πρώτο της μυθιστόρημα, αν και δεν διαβάζεται απνευστί, ξεχωρίζει χάρη στη λεπτεπίλεπτη λογοτεχνικότητά του.  

Γιώργος Ξενάριος  ΔΙΑΒΑΖΩ, Φεβρουάριος 2009 

Μεγάλο προτέρημα στην αφήγηση της Κατερίνας Βαζαίου η χρήση της γλώσσας: με επιδέξιους χειρισμούς και με φυσικό τρόπο, η συγγραφέας παρακολουθεί τη βιοτική –αλλά και τη μυθιστορηματική- ανέλιξη της ηρωίδας γλωσσικά: παράγοντας και όχι μιμούμενη τη φυσική εξέλιξη του προφορικού λόγου ανά περίοδο της ηλικίας της Άννας, καταφέρνει να ανασυστήσει ατμόσφαιρες, να διαπλάσει χαρακτήρες, να συστήσει πλοκή. Αυτή η γλωσσική εκφορά συμπεριέχει τόσο την ψυχική ζωή όσο και την οπτική της Άννας, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε μπροστά σε μια αρμονική συνύπαρξη και των τριών στοιχείων του προσώπου: εκπεφρασμένος λόγος, ενδιάθετος λόγος, περιγραφή.
Παράλληλα, η Κ.Β. έχει τη σύνεση να μη χρωματίζει με υπερβολικό συναίσθημα τις περιγραφές της. Έτσι, κατορθώνει να διατηρήσει την απαραίτητη απόσταση ανάμεσα στον (πρωτοπρόσωπο και πάσχοντα) αφηγητή και το πραγματολογικό υλικό του μυθιστορήματος. Κι η απόσταση αυτή είναι απαραίτητη στους Κηδεμόνες: το πραγματολογικό υλικό τους διαθέτει από μόνο του μια τέτοια φόρτιση συγκινησιακή που έστω κι ένας λιγότερο θερμότερος τόνος θα μας οδηγούσε στο αφόρητο μελό. Αντιθέτως, από το μυθιστόρημα πηγάζει μια γνήσια συγκίνηση, που προέρχεται από την αφηγηματική αυτοσυγκράτηση της ηρωίδας-αφηγήτριας. […]
Οι Κηδεμόνες είναι μια αξιοσύστατη αφήγηση που, με πρώτη ύλη μια ζοφερή ιστορία, κατορθώνει να γεννήσει γνήσια συγκίνηση και μια ιδιότυπη νοσταλγία –σε όσους πρόλαβαν, έστω σαν παιδιά, να ζήσουν τη δεκαετία του ΄60- για έναν χώρο και έναν χ΄ρονο χαμένους διά παντός.