Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι αγορών σας.
Δεν έχετε αγαπημένα προϊόντα
Πρέπει να συνδεθείτε για να εισάγετε αγαπημένα προϊόντα
Ο Ρίσαρντ Καπισίνσκι, ο πρώτος ξένος ανταποκριτής της Πολωνίας, μία από τις επιφανέστερες δημοσιογραφικές προσωπικότητες, αποτελεί θρύλο για τους συναδέλφους του σε όλο τον κόσμο. Στο βιβλίο αυτό συγκεντρώνονται αποσπάσματα από συνεντεύξεις και διαλέξεις που έδωσε κατά καιρούς και φωτίζουν πτυχές της δουλειάς του ρεπόρτερ.
Μια ασυνήθιστη διήγηση […] για το πάθος του να ταξιδεύει, για το ξεχωριστό ρεπορτάζ που ο ίδιος έκανε, για την αναγκαιότητα του να ρισκάρεις τη ζωή σου για τα μεγάλα ιδανικά, για τη μοναξιά και τον φόβο που συντροφεύουν τον ρεπόρτερ, για τη δυσκολία του γραψίματος και τον ζυγό της δόξας. Προβάλλει μέσα από αυτά τα κείμενα η αυτοπροσωπογραφία ενός ανθρώπου, στον οποίο η ζωή έδωσε απλόχερα στενοχώριες, του οποίου η παιδική ηλικία κύλησε στην ξενιτιά, στο κρύο και στην πείνα και ο οποίος κατάφερε να μετατρέψει εκείνη τη δύσκολη εκκίνηση σε συμπόνια. Μια συμπόνια που έγινε το κεφάλαιό του μέσα στη φτώχεια του Τρίτου Κόσμου, το γερό του χαρτί τις στιγμές του θανάσιμου κινδύνου και εντέλει η εξουσιοδότηση που του δόθηκε να κρίνει αυστηρά τον σύγχρονο κόσμο των μέσων ενημέρωσης. Συνέβη, αυτός ο πασίγνωστος σε όλο τον κόσμο συγγραφέας, ο ρεπόρτερ-ιεραπόστολος, να γυρίσει από ταξίδι με ένα παντελόνι τζιν, ένα τηγάνι και… ένα μπαούλο βιβλία. Αποσκευές που λένε πολλά.
Παρακαλώ συνδεθείτε για να στείλετε τα σχόλιά σας.
Μια άλλη ξεχωριστή φυσιογνωμία, στο χώρο της δημοσιογραφίας αυτή τη φορά, που αναδύεται μέσα από μια επίσης πρόσφατη έκδοση, είναι ο πολωνός ρεπόρτερ Ρίσαρντ Καπισίνσκι: Ο πρώτος ξένος ανταποκριτής της χώρας του, που επί πέντε δεκαετίες ταξίδευε ανά τον πλανήτη, καλύπτοντας επαναστάσεις, πραξικοπήματα, πολέμους και ταραχές στην Ασία, την Αφρική και την Λατινική Αμερική, χωρίς να μασά τα λόγια του για την εκμετάλλευση που υφίσταται από τους ισχυρούς ο Τρίτος Κόσμος. Η «Αυτοπροσωπογραφία ενός ρεπόρτερ» (μετ. Α. Ιωαννίδου, εκδ. «Μεταίχμιο») είναι μια συλλογή από συνεντεύξεις και διαλέξεις που έδωσε κατά καιρούς, αποκαλυπτικές του πάθους που έτρεφε για τη δουλειά του, των ριψοκίνδυνων επιλογών του αλλά και του φόβου και της μοναξιάς που συνόδευαν έναν ρεπόρτερ σαν κι αυτόν.
Θυμίζουμε πως πριν από λίγους μήνες- τρία χρόνια μετά το θάνατο του Καπισίνσκι- συμπατριώτης και «μαθητής» του επεδίωξε να αποκαθηλώσει τον μύθο του, υποστηρίζοντας ότι η λογοτεχνική του κλίση νόθευσε κάποια από τα δημοσιογραφικά του κείμενα. Οπως ωστόσο διαβάζουμε στην «Αυτοπροσωπογραφία» του, «δεν υπάρχει αντικειμενικότητα. Η αντικειμενικότητα είναι ζήτημα συνείδησης αυτού που γράφει». Και το τι γράφει κανείς «εξαρτάται κυρίως από τη διαίσθηση, το ταλέντο και τις ηθικές του αρχές. Μπορεί να πούμε την αλήθεια, όχι επειδή θέλουμε να πούμε ψέματα, αλλά επειδή δεν έχουμε τέλεια μνήμη, ο αναμνήσεις μας δεν είναι πλήρεις ή έχουν παρεμβληθεί κάποια συναισθήματα».
Θρυλική μορφή του ρεπορτάζ, που το συγγένεψε με τον μύθο της λογοτεχνίας, και κορυφαίος δημοσιογράφος, ο Ρίτσαρντ Καπισίνσκι συστήνεται εδώ μέσα από μια συλλογή αποσπασμάτων συνεντεύξεων και διαλέξεων, με πολύ πάθος και ένα υφέρπον δέος. Γεννημένος το 1932 στο Πινσκ της Πολωνίας, ξεκίνησε την καριέρα του σε μια εποχή που «δεν υπήρχε τηλεόραση, ο κόσμος άκουγε λίγο ραδιόφωνο, και αυτό που κυριαρχούσε ήταν ο έντυπος λόγος». Αυτόν και κατεξοχήν υπηρέτησε -«Δουλεύω πολύ κάθε πρόταση. Μετά τις προτάσεις μέσα στις παραγράφους, μετά τις παραγράφους, μετά τις σελίδες, ύστερα τα κεφάλαια»- στα πολυάριθμα ταξίδια του, επί μισό αιώνα, ανά τον κόσμο, καλύπτοντας επαναστάσεις, συγκρούσεις, πολέμους, ανατροπές και ταραχές σε Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική, και συνομιλώντας με τους επιφανείς ή και αφανείς, αλλά κρίσιμους πρωταγωνιστές τους. Το ραδιόφωνο, αλλά κυρίως η τηλεοπτική εικόνα, που τον βρήκαν περίπου στα μισά της δημοσιογραφικής αυτής διαδρομής, ενίσχυσαν την προσήλωσή του στον γραπτό λόγο, και από κοντά, την κριτική του στον σύγχρονο κόσμο και την οργισμένη απελπισία του για την αυξανόμενη φτώχεια και εκμετάλλευση του Τρίτου Κόσμου. Σπίτι του θεωρούσε τις αυτοσχέδιες βιβλιοθήκες που έστηνε στα δωμάτια των ξενοδοχείων - είχε άλλες πέντε σε Μεξικό, Οξφόρδη, ΗΠΑ, Ντακάρ και Λάγκος και μια τριώροφη στην πατρίδα. Συνομιλητές, τα γραπτά του (στα ελλ.: Εβενος, το χρώμα της Αφρικής, Ταξίδια με τον Ηρόδοτο, Ο πόλεμος του ποδοσφαίρου - από τις εκδόσεις Μεταίχμιο). Μετά θάνατον (2007) κατηγορήθηκε από πολωνό συνάδελφό του ότι η λογοτεχνική του κλίση είχε νοθεύσει την αξιοπιστία πολλών από τα σημαντικά ρεπορτάζ που παρουσίαζε για πραγματικά. «Ποτέ δεν συνάντησε τον Τσε ούτε στήθηκε σε εκτελεστικό απόσπασμα», υποστήριξε ο Αρτουρ Ντομοσλάφσκι. Ποιος μπορεί να πει και να τραβήξει εκ των υστέρων τη διαχωριστική γραμμή; Αλλωστε ακόμη και η γενέτειρα πόλη του από την Πολωνία πέρασε στη Λευκορωσία.
Ο Ρίσαρντ Καπισίνσκι είναι ένας ρεπόρτερ-πρότυπο. Κάλυψε όλα τα σημαντικά γεγονότα της Αφρικής από το 1950 μέχρι και το 1981. Η αυτοπροσωπογραφία του είναι ένα μάθημα για νέους δημοσιογράφους και ένα ευχάριστο ανάγνωσμα για τους υπόλοιπους.
Είμαι τρομερά περίεργος σε ό,τι αφορά τον κόσμο μας. Πάντα στενοχωριόμουν που ακόμη δεν είχα επισκεφτεί το ένα ή το άλλο μέρος.
«Γεννήθηκα στην περιοχή του Πολέσιε. Στην ουσία είμαι ένας ξεριζωμένος άνθρωπος. Άρχισα το οδοιπορικό μου από τη μικρή γενέθλια πόλη μου, το Πινσκ. Ως παιδί άλλαζα τόπους καθόλη τη διάρκεια του πολέμου. Βρισκόμουν συνεχώς σε φυγή: στην αρχή από το Πινσκ προς τη γερμανική πλευρά και μετά από τους Γερμανούς. Άρχισα το οδοιπορικό μου στον κόσμο σε ηλικία επτά χρόνων και συνεχίζω μέχρι σήμερα. Κάποτε με ρωτούσαν συχνά -κάτι που συμβαίνει ακόμη και τώρα- εάν έχω σκοπό να μεταναστεύσω. Και τότε απαντώ: μα έχω ήδη μεταναστεύσει. Το σπίτι μου είναι κάπου αλλού, σε κάποια άλλη χώρα. Είμαι αναγκασμένος να ταξιδεύω, αναγκασμένος να κινούμαι. Όταν "παρακαθίζω" σε κάποιο μέρος, όχι απαραίτητα στην Πολωνία, αρχίζω να βαριέμαι, αρχίζω να αρρωσταίνω, πρέπει να συνεχίσω. Είμαι τρομερά περίεργος σε ό,τι αφορά τον κόσμο μας. Πάντα στενοχωριόμουν που ακόμη δεν είχα επισκεφτεί το ένα ή το άλλο μέρος». Με αυτές τις αυτοβιογραφικές εξομολογήσεις ξεκινάει το βιβλίο Αυτοπροσωπογραφία ενός ρεπόρτερ που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, με αποσπάσματα από διαλέξεις, συνομιλίες και συνεντεύξεις του Ρίσαρντ Καπισίνσκι, οι οποίες δημοσιεύτηκαν στον Τύπο από το 1985 έως το 2002. Τις επέλεξε η δημοσιογράφος Κριστίνα Στρόντσεκ από ένα τεράστιο υλικό 1.100 σελίδων -και περισσότερες από 100 συζητήσεις- του Καπισίνσκι, του πρώτου ξένου ανταποκριτή της Πολωνίας και μιας από τις επιφανέστερες δημοσιογραφικές προσωπικότητες σε ολόκληρο τον κόσμο (και θρύλο για τους συναδέλφους).
Ο Καπισίνσκι γεννήθηκε το 1932 στο Πινσκ της Λευκορωσίας και μεγάλωσε στην κομμουνιστική Πολωνία - μάλιστα ισχυριζόταν ότι η μητέρα του τον πήγε στην Πολωνία για να ψάξουν για τον στρατιώτη πατέρα του, που ήταν αιχμάλωτος των Σοβιετικών. Μόλις τέλειωσε τις σπουδές στην Ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, ξεκίνησε να γράφει ως δημοσιογράφος σε νεολαιίστικη εφημερίδα και λίγο πριν τελειώσουν τα '50s βρέθηκε να εργάζεται για το PAP (το Πολωνέζικο Ειδησεογραφικό Πρακτορείο), όπου έμεινε εκεί μέχρι το 1981. Το 1975 πήγε στην Αφρική, καλύπτοντας 27 επαναστάσεις και πραξικοπήματα, ασταμάτητα, για 40 χρόνια, δηλώνοντας ότι τον ενθουσίαζε «η αίσθηση ότι ήταν παρών όταν γραφόταν η Ιστορία». Για παρόμοιους λόγους ταξίδεψε στην Ασία και τη Λατινική Αμερική.
Το θέμα του πρώτου του βιβλίου του που μεταφράστηκε στα Αγγλικά, το Emperor (1978), είναι η ανατροπή του αυτοκράτορα της Αιθιοπίας Haile Selassie. Ενέπνευσε τον Jonathan Miller που το έκανε σενάριο και ανέβηκε ως θεατρικό στο Royal Court Theatre του Λονδίνου. Άλλα διάσημα βιβλία του είναι ο Πόλεμος του ποδοσφαίρου (1978 - η εξιστόρηση των γεγονότων του πολέμου του '69 μεταξύ Ονδούρας και Ελ Σαλβαδόρ που ξέσπασε μεταξύ δύο αγώνων ποδοσφαίρου) και το Another day of life (1976), μια μοναδική μαρτυρία για την κατάρρευση των πορτογαλικών αποικιών στην Ανγκόλα, το Imperium και το Shah of Shahs...
Η Κριστίνα Στρόντσεκ γράφει στην εισαγωγή: «Παρόλο που οι 1.100 αυτές σελίδες δεν ήταν παρά ένα μικρό ποσοστό του συνολικού αριθμού τους, κατά την ανάγνωσή τους γινόταν όλο και πιο φανερό πως επρόκειτο για ανεκτίμητο υλικό - όχι μόνο οι απόψεις του γνωστού ρεπόρτερ για το επάγγελμά του, αλλά και μια ασυνήθιστη διήγηση για τον ίδιο τον Καπισίνσκι: για το πάθος του να ταξιδεύει, για το ιδιαίτερο ρεπορτάζ που έκανε ο ίδιος, για την αναγκαιότητα να ρισκάρεις τη ζωή σου για τα μεγάλα ιδανικά, για τη μοναξιά και τον φόβο που συντροφεύουν τον ρεπόρτερ, για τη δυσκολία του γραψίματος και τον ζυγό της δόξας. Μέσα από τα κείμενά του προβάλλεται η ζωή ενός ανθρώπου στον οποίο η ζωή έδωσε απλόχερα στενοχώριες, που η παιδική του ηλικία κύλησε στην ξενιτιά, στο κρύο και στην πείνα και που κατάφερε να μετατρέψει αυτήν τη δύσκολη εκκίνηση σε συμπόνια. Μια συμπόνια που μετατράπηκε σε όπλο μέσα στη φτώχια του Τρίτου Κόσμου, στο γερό του χαρτί τις στιγμές του θανάσιμου κινδύνου και εν τέλει η εξουσιοδότησή του να κρίνει αυστηρά τον σύγχρονο κόσμο των μέσων ενημέρωσης. Συνέβη, ο πασίγνωστος αυτός σε όλο τον κόσμο συγγραφέας, ο ρεπόρτερ-ιεραπόστολος, να γυρίσει από ταξίδι μ' ένα παντελόνι τζιν, ένα τηγάνι κι... ένα μπαούλο βιβλία: αποσκευές που λένε πολλά».
Ο Καπισίνσκι περιγράφει τις ιστορίες του ωε «λογοτεχνικό ρεπορτάζ» και παρόλο που πολλές αμφισβητήθηκαν και χαρακτηρίστηκαν μυθοπλασία, ο ίδιος γράφει: «Είμαι συγγραφέας του "πεδίου". Δεν επινοώ πράγματα. Δεν περιγράφω κάποιον επινοημένο ή προσωπικό κόσμο. Περιγράφω έναν κόσμο που υπάρχει στην πραγματικότητα...».