×

Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι αγορών σας.

{{item.custom_attributes.author}}
Ποσότητα: {{item.quantity}}
{{item.total_price}} {{item.total_discounted_price}}
×
Υποσύνολο:
{{order.discounted_cost}}
Έκπτωση Προσφοράς:
{{order.promo_discount}}
Έκπτωση Κουπονιού:
{{order.extra_discount}}
Κόστος Αποστολής:
{{order.shipping_cost}}
Επιβάρυνση Πληρωμής:
{{order.payment_cost}}
ΣΥΝΟΛΟ:
{{order.final_cost}}
{{ product.title }}
{{ product.custom_attributes.author }}
{{ product.price }} {{ product.discounted_price }}
×
×
ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ ΟΙ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΜΟΥ ΟΙ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΜΟΥ ΤΑ EBOOKS ΜΟΥ ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΜΟΥ ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ
Γράφοντας το «Σαντάιαλ»
28/02/2024
Γράφοντας το «Σαντάιαλ»
Η Catriona Ward μοιράζεται μαζί μας τα μυστικά της συγγραφής και μας βάζει στο σύμπαν του νέου της ψυχολογικού θρίλερ.




Υπάρχει ένα παράδοξο, μια εγγενής αντίφαση στην πράξη της γραφής.

Κάθε βιβλίο μοιάζει με μια γεωλογική καταγραφή του μυαλού του συγγραφέα – μια απολιθωμένη εκδοχή των ανησυχιών, των φόβων και των αναζητήσεών του σε κάθε στάδιο της συγγραφής. Αλλά μια περίεργη διαδικασία απόσταξης συμβαίνει μεταξύ της βιωματικής και της μυθοπλαστικής αφήγησης. Η Άιρις Μέρντοχ είπε ότι η κακή γραφή είναι σχεδόν πάντα γεμάτη από τις αναθυμιάσεις της προσωπικότητάς μας. Και καταλαβαίνω τι εννοεί – νομίζω ότι κάθε συγγραφέας κοιτάζει όσα έγραψε στο τέλος της μέρας κι αισθάνεται αδύναμος υπό την επήρεια αυτών των αναθυμιάσεων. Δεν σε αφήνουν σε ησυχία.
Οι συγγραφείς οφείλουμε να είμαστε ευάλωτοι. Υπάρχει όμως ένα αδιόρατο και μεταβαλλόμενο όριο ανάμεσα στο να είσαι ευάλωτος και το να είσαι μαλθακός. Κι ενώ οι συγγραφείς δεν μπορούν πάντοτε να διακρίνουν τη διαφορά –διότι στο σκοτάδι, προσπαθώντας να βρεις τον δρόμο σου, εύκολα ξεπερνάς το όριο–, οι αναγνώστες μπορούν σχεδόν πάντα να την καταλάβουν.
Ωστόσο οι συγγραφείς γράφουν αφού σκάψουν πρώτα βαθιά μέσα τους. H μυθοπλασία σε κάνει να αντικρίζεις, από τη μια, τον απύθμενο βυθό του προσωπικού βιώματος και, από την άλλη, να θες διακαώς να επιπλεύσεις πάνω από αυτόν. Εδώ αυτό που μπορεί να σε σώσει είναι η δομή. Η πλοκή, η ανάπτυξη των χαρακτήρων, ο ρυθμός, το πλαίσιο βοηθούν να χτιστούν όλα έτσι ώστε η γραφή να μη βυθίζεται στον βάλτο της προσωπικότητας.
Πότε αναγνωρίζεις ότι ένα συναίσθημα δεν σου ανήκει πλέον; Είναι μια αναξιόπιστη διαδικασία, ένα σημείο που πρέπει κανείς να αντιληφθεί από μόνος του.

Κάθε βιβλίο που ολοκληρώνω βάζει τον σπόρο για το επόμενο. Σε καθένα βλέπω την προοπτική ενός μελλοντικού πρότζεκτ. Ένα θέμα ή μια ιδέα που μπορεί να είναι απλώς μια λεπτομέρεια σε ένα βιβλίο ανοίγει τα φτερά σε πλήρη έκταση στο επόμενο – σαν μια ανατριχιαστική αλληλουχία DNA.
Αυτό αντιλήφθηκα όταν ξεκίνησα να γράφω το Σαντάιαλ. Στο προηγούμενο βιβλίο μου, Το τελευταίο σπίτι της οδού Νίντλες, μια μητέρα υποψιάζεται ότι ο γιος της είναι κατά συρροή δολοφόνος. Αυτή η παρασκηνιακή πλοκή μεγάλωνε στη φαντασία μου, ώσπου πήρε τις διαστάσεις ενός ολόκληρου βιβλίου. Στο Σαντάιαλ η Ρομπ επιστρέφει στο σπίτι των παιδικών της χρόνων μαζί με την κόρη της, την Κάλι, την οποία θεωρεί επικίνδυνη. Και ενώ Το τελευταίο σπίτι της οδού Νίντλες είχε να κάνει κυρίως με έναν μοναχικό άντρα, ένα κορίτσι και μια γάτα, στο Σαντάιαλ υπάρχουν μητέρες, κόρες, αδερφές, δηλαδή μια οικογένεια.
Διαπιστώνω ότι κάθε αφήγηση είναι μια αντίδραση στην προηγούμενη – η ενασχόληση του Σαντάιαλ με το θέμα της οικογένειας και της αγάπης έχει τις ρίζες της στη μοναξιά που χαρακτήριζε το προηγούμενο μυθιστόρημά μου.

Το Σαντάιαλ προέκυψε και μέσα από το δικό μου παρελθόν
. Έχω ζήσει στις ΗΠΑ, την Κένυα, τη Μαδαγασκάρη, την Υεμένη, το Μαρόκο. Ο πατέρας μου ασχολούνταν με την οικονομία των υδάτων και σχεδίαζε διάφορα έργα με στόχο να βοηθήσει αναπτυσσόμενες χώρες. Η οικογένειά μου άλλαζε χώρες, πολύ συχνά και ήπειρο, ανά τριετία. Είχα υπέροχα παιδικά χρόνια – θυμάμαι τις βόλτες σε τροπικά δάση, να πιάνω χαμαιλέοντες και χελώνες στον κήπο, να κάνω βουτιές σε κοραλλιογενείς υφάλους. Ήταν όμως και πολύ μοναχικά χρόνια. Η αδερφή μου κι εγώ είχαμε λίγους φίλους, που τους αποχωριζόμασταν τρία χρόνια αργότερα. Στη Μαδαγασκάρη τα περισσότερα μαθήματα του σχολείου γίνονταν σε μια αίθουσα, με τον δάσκαλο να κινείται σε διαφορετικές σειρές θρανίων για να διδάξει κάθε τάξη. Έξι μήνες χρειάζονταν για να φτάσει σε εμάς η αλληλογραφία από το Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν υπήρχε τηλεόραση, για αυτό είχαμε μια μικρή συλλογή ταινιών και τηλεοπτικών εκπομπών σε βιντεοκασέτες. Φυσικά, όλα αυτά μας έγιναν συνήθεια – ακόμη μπορώ να απαγγείλω ολόκληρα αποσπάσματα της βρετανικής κωμικής σειράς «Blackadder», τόσες φορές την είχαμε δει. Το τηλέφωνο λειτουργούσε περιστασιακά. Θυμάμαι τον ενθουσιασμό που μας πλημμύριζε όταν κατέφτανε ένα τηλεγράφημα.
Θυμάμαι επίσης πόσο μεγάλη ανάγκη είχαμε ο ένας τον άλλο – η αδερφή μου, οι γονείς μου κι εγώ· πόσο πολύ στηριζόμασταν σε αυτούς τους λεπτεπίλεπτους δεσμούς για να καλύψουμε τις συναισθηματικές μας ανάγκες.
Και για να φτάσεις στη Μαδαγασκάρη, ένα ταξίδι που διαρκεί σχεδόν 24 ώρες, ακόμη πρέπει να πάρεις κάμποσες ακριβές πτήσεις. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν ζούσαμε εκεί, η χώρα αυτή φάνταζε σχεδόν μυθικά απομακρυσμένη.

Στο μυθιστόρημά μου οι επιστημονικές εγκαταστάσεις του Σαντάιαλ βρίσκονται στη μέση του πουθενά, στην έρημο Μοχάβε. Η Ρομπ και η αδερφή της, η Τζακ, που μεγάλωσαν εκεί, ήταν τα μόνα παιδιά ανάμεσα σε ερευνητές και μεταπτυχιακούς φοιτητές που εναλλάσσονταν. Η Ρομπ αργότερα οδηγεί τη μεγάλη της κόρη πίσω στο Σαντάιαλ, για να την κάνει να κατανοήσει την καταγωγή της και τη θέση της μέσα στην οικογένεια – να δει τον καθοριστικό ρόλο που παίζει η μοναξιά ενός μέρους σε όσους ζουν εκεί.
Οι γονείς μου είναι εντελώς διαφορετικοί από τον Φάλκον και τη Μία που μεγάλωσαν τη Ρομπ και την Τζακ στη μέση της ερήμου στο ελεύθερο και ανατρεπτικό κλίμα των δεκαετιών του ’60 και του ’70. Όμως, όπως η Μία και ο Φάλκον, και οι γονείς μου ήταν ιδεαλιστές. Έτσι, η ελπίδα και το πάθος τους έχουν αποτυπωθεί στο μυθιστόρημά μου.
Στο Σαντάιαλ η Ρομπ γράφει εμμονικές, βίαιες εκδοχές του παρελθόντος και του παρόντος της – κάτι σαν ένα άναρχο μυθιστόρημα ενηλικίωσης. Στις σελίδες αυτές οι άνθρωποι της ζωής της –ο σύζυγός της, η αδερφή και οι κόρες της– διαπράττουν διαρκώς φρικαλεότητες σε γήπεδα του χόκεϊ και κάνουν μαύρη μαγεία σε επιστημονικά εργαστήρια μετά το σχολείο.
Όπως και στο παρελθόν, νέες εμμονές και πεποιθήσεις έκαναν την εμφάνισή τους. Είχα καταπιαστεί με τα πειράματα MK Ultra που γίνονταν από τη CIA τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Ένα από αυτά το χρησιμοποίησα και στο βιβλίο. Επιστήμονες της CIA στο Λάνγκλεϊ της Βιρτζίνια εμφύτευσαν ηλεκτρόδια στον εγκέφαλο σκύλων, καταφέρνοντας έτσι να δημιουργήσουν έξι τηλεκατευθυνόμενους σκύλους. Το πείραμα διακόπηκε έπειτα από λίγα χρόνια, επειδή δεν βρήκε πρακτική εφαρμογή. Όλα αυτά μου προκαλούν απέχθεια – η απληστία και ο τρομερός πόνος που υφίστανται τα έμβια όντα για χάρη της καινοτομίας.
Οι σκύλοι και οι άνθρωποι, όπως ανακαλύφθηκε πρόσφατα, έχουν ζήσει μαζί περισσότερο καιρό από ό,τι αρχικά πιστεύαμε – πάνω από 11.000 χρόνια. Εξημερώσαμε τους σκύλους και τους βάλαμε στα σπίτια μας, στις ζωές μας, στις οικογένειές μας πριν από οποιοδήποτε άλλο ζώο, συμπεριλαμβανομένων και των «πιο χρήσιμων», όπως τα οικόσιτα. Οι άνθρωποι εκτίμησαν τις κυνηγετικές και αμυντικές ικανότητες των σκύλων, αλλά αναμφίβολα και τη συντροφιά που τους πρόσφεραν. Τα πειράματα σε σκύλους στο Λάνγκλεϊ μου φαίνονται τόσο φρικτά ίσως επειδή παραβιάζουν αυτήν ακριβώς την αρχική, την παλαιότερη συνθήκη μας με ένα άλλο είδος. Αυτή η αποστροφή διακρίνεται και στο Σαντάιαλ.

Ο τρόπος με τον οποίο επιτρέπουμε στον εαυτό μας να αποτυπωθεί στο χαρτί δεν είναι πάντα κομψός. Κάθε βιβλίο που γράφεις το βγάζεις μέσα από την καρδιά σου με τη ματωμένη σου γροθιά. Αυτή τη φορά όμως γνώριζα μόνο εν μέρει πόσο βαθιά μπορούσα να σκάψω μέσα μου για να ανασύρω την προσωπική μου εμπειρία και να γράψω το Σαντάιαλ. Το αντιλήφθηκα αργότερα, αφού είχε τελειώσει η πρώτη, και βιαστική, φάση της συγγραφής. Έτσι τώρα, κάθε φορά που διαβάζω το Σαντάιαλ, νιώθω κάτι σαν σοκ – μια αίσθηση οικειότητας αλλά και τρόμου. Αισθάνομαι ότι το μυθιστόρημα αυτό είναι σαν το σπίτι μου και συνάμα κάτι εντελώς ξένο. Ο θαυμασμός μου, οι ανάγκες και η μοναξιά μου βρίσκονται όλα εκεί, αλλά σε σέπια. Ίσως η διαδικασία του να χρησιμοποιείς τα βιώματά σου στο βιβλίο σου να μην περιλαμβάνει ούτε γείωση ούτε αναθυμιάσεις – ίσως απλώς να είναι σαν να αντικρίζεις έναν μακρινό εαυτό, παγιδευμένο μέσα σε ένα κεχριμπάρι. Έχει την αίσθηση της αλήθειας ή της αποκάλυψης, μιας νέας κατανόησης του κόσμου και του εαυτού σου εντός αυτού – μέχρι το επόμενο βιβλίο σου να απαιτήσει να χτίσεις μια νέα πραγματικότητα.


Το κείμενο δημοσιεύτηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2022 https://stone-soup.ghost.io/writing-sundial/

Σχετικά βιβλία

Διαθέσιμο
EBOOK
10%
ΒΙΒΛΙΟ
17,70€
15,93€
Σαντάιαλ
Catriona Ward
Μαρία Σπαθή
Δεν μπορείς να ξεφύγεις απ’ την έρημο. Δεν μπορείς να ξεφύγεις απ’ το Σαντάιαλ. Το μόνο που θέλει η Ρομπ είναι μια φυσιολογική ζωή. Και παραλίγο να την έχει: έναν σύζυγο, δύο παιδιά, ένα ωραίο σπίτι στα προάστια. Όμως η Ρομπ φοβάται για τη...